MeMeNTo MoRi

..AbNormality is the only ReaLity..

ΝΑ ΘΥΜΑΜΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΩ

Μα καλά εδώ δεν είχα παρκάρει; Ή στο πιο πάνω στενό;
Τώρα γιατί ήρθα εδώ; Τί ήθελα;
Κοίτα να δεις, εδώ το έχω αλλά δεν μου έρχεται. Αχ, πως το λένε;
Κάπου σε ξέρω, αλλά από πού;

Σε όλους μας έχει συμβεί να αναρωτηθούμε τις παραπάνω φράσεις κάποια στιγμή στη ζωή μας, σε ορισμένους ίσως και περισσότερες. Υπάρχουν φορές που ο εγκέφαλός μας, ξαφνικά, κατεβάζει διακόπτες. Έτσι κι εγώ ώρες ώρες νιώθω πως η μνήμη μου με εγκαταλείπει. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή..

ΔΕΥΤΕΡΑ
Χτυπάει το ξυπνητήρι. Σηκώνομαι. Μπαίνω για μπάνιο. Φτιάχνω γρήγορα έναν καφέ. Κοιτάω την ώρα. Τέλεια έχω ακόμα ένα τέταρτο. Προσπαθώ να βρω τι θα φορέσω. Σκέφτομαι τι μέρα είναι και ποια διαδρομή να ακολουθήσω ώστε να βρω λιγότερη κίνηση. Ξανακοιτάω την ώρα. Να πάρει, έχω αργήσει. Με βιαστικές κινήσεις είμαι επιτέλους έτοιμος. Φτάνω στην πόρτα και κάνω έλεγχο.
Πορτοφόλι. ΟΚ
Κινητό. ΟΚ
Κλειδιά αυτοκινήτου. ΟΚ
Κλειδιά σπιτιού;;
Αμάν κλειδιά σπιτιού. Αρχίζω να ψάχνω, αλλά πουθενά. Ύστερα από 10λεπτά αφού έχω ψάξει όλο το σπίτι, ακόμα και στο μπάνιο, τα βρίσκω πάνω στον καναπέ. Τελικά ο Murphy είχε δίκιο. Πάντα βρίσκεις αυτό που ψάχνεις στο τελευταίο μέρος που θα κοιτάξεις. Κλειδώνω και φεύγω.

ΤΡΙΤΗ
Χτυπάει το τηλέφωνο. Ένας φίλος με καλεί για καφέ στο σπίτι του. Σε 20λεπτά είμαι εκεί, αλλά δεν είναι τόσο απλό. Ποτέ δεν είναι. Ξέχασα να αναφέρω ότι μένει στην Κυψέλη. Μετά από 40 ολόκληρα λεπτά, κάνοντας κύκλους στα τριγύρω στενά, βλέπω μπροστά μου έναν να ξεπαρκάρει. Περνάω βιαστικά ένα STOP, να μην προλάβει άλλος, και επιτέλους παρκάρω. Εκνευρισμένος ανεβαίνω στο σπίτι του φίλου μου. Περάσανε 4ώρες και αφού είπαμε τα νέα μας ήταν ώρα να φύγω. Αλλά δεν θυμάμαι που έχω παρκάρει. Σε ποιο στενό, ποιο δρόμο ή πόσο κοντά. Αυτό είναι ακόμα πιο εκνευριστικό και κουραστικό, μιας και κάνεις χιλιόμετρα για να βρεις το αυτοκίνητο, από το να μην βρίσκεις πάρκινγκ.

ΤΕΤΑΡΤΗ
Απόγευμα και κάνω βόλτα στο κέντρο της Αθήνας. Περπατάω στον πεζόδρομο της Ερμού, όταν ξαφνικά με πλησιάζει ένας κύριος γύρω στα 45 και με χαιρετάει. Η στιχομυθία μας προσδιόριζε έναν βαθμό οικειότητας και οι ερωτήσεις του δήλωναν πως με γνώριζε σχεδόν καλά. Στην πραγματικότητα όμως δεν μπορούσα επουδενί να θυμηθώ από που τον γνωρίζω. Έσπαγα το κεφάλι μου. Εκείνο το απόγευμα μου είχε γίνει έμμονη ιδέα, αλλά τίποτα. Ήταν αδύνατο να θυμηθώ. Αφού έκανα τα ψώνια μου γύρισα σπίτι και συνειδητοποίησα ότι δεν είχα τσιγάρα. Κατέβηκα λοιπόν στο ψιλικατζίδικο της γειτονιάς. Μόλις μπήκα μέσα ο ίδιος κύριος γύρω στα 45 μου χαμογέλασε και με ρώτησε πως ήταν η βόλτα μου στα μαγαζιά.
Αποτέλεσμα; Ο εγκέφαλός μου αδυνατούσε να ταυτοποιήσει το συγκεκριμένο πρόσωπο σε κάποιο άλλο περιβάλλον. Συμβαίνει συχνά σκέφτηκα και γύρισα σπίτι.

ΠΕΜΠΤΗ
Έχουμε μαζευτεί η παρέα και έχουμε βγει για ποτό. Κάποια στιγμή η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από ταινίες. Όσο η κουβέντα προχωρούσε μου πρότειναν κανα δυο καλές και με το φανταστικό μου σημειωματάριο τις αποθήκευσα στο μυαλό μου για να τις δω. Χωρίς να περάσει πολλή ώρα θυμάμαι να τους πω για μια ταινία που είδα πριν από 2-3 μέρες, αλλά κάνω παύση. Δεν καταφέρνω με τίποτα να βρω τον τίτλο. Αδυνατώ να κάνω ανάκτηση μνήμης. Τι να τους περιγράφω την υπόθεση ή το ποιοι παίζουν ή το πότε βγήκε στις αίθουσες, ο τίτλος πολύ απλά δεν μου ερχόταν στο μυαλό. Ίσως να φταίει η φανταστική αποθήκευση που είχα κάνει προ ολίγου. Όπως και να ‘χει αυτός ο συναφής χαρακτήρας της μνήμης είναι απογοητευτικός και αφόρητα εκνευριστικός.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
Είμαι σπίτι και κάθομαι στο γραφείο. Μπροστά μου έχω ανοιχτό το laptop και κάνω μια εργασία, όταν συνειδητοποιώ ότι μου έχει τελειώσει ο καφές. Επειδή είμαι αρκετά προσηλωμένος στην εργασία και κυρίως γιατί έχω κολλήσει σε ένα συγκεκριμένο πεδίο αποφασίζω να πάω σε κανα 5λεπτο. Τα λεπτά περνούν και δεν βρίσκω λύση στο πρόβλημα. Ένα μικρό διάλειμμα θα ήταν ότι πρέπει. Σηκώνομαι λοιπόν και πάω στην κουζίνα να φτιάξω έναν δεύτερο καφέ. Επαναλαμβάνω: σηκώνομαι να πάω στην κουζίνα με «προσανατολισμένη» εργασία. Στη διαδρομή όμως, όσο μικρή και αν είναι, νιώθω μια ξαφνική έκλαμψη. Μου ήρθε επιφοίτηση. Η λύση στο πρόβλημα. Το σώμα όμως κράτησε την αρχική εντολή. Να πάω στην κουζίνα.
Αποτέλεσμα; Όταν έφτασα είχα ξεχάσει το γιατί πήγα..

ΣΑΒΒΑΤΟ
Γενικά ήταν μια καλή μέρα. Όλα κύλησαν ρολόι. Δεν θυμάμαι να ξέχασα κάτι. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζω.

ΚΥΡΙΑΚΗ
Κάθομαι στον καναπέ και κάνω τον απολογισμό της εβδομάδας.
Άτιμο πράγμα η μνήμη. Σε βιωματικό επίπεδο αποφασίζει μόνη της, χωρίς να μας ρωτήσει, πως και τι θα μας περάσει κάτι ως βίωμα. Αποθηκεύοντας συχνά και το συναίσθημα της εμπειρίας, μετατρέποντάς το με αυτό τον τρόπο ως γεγονός.
Αποφασίζω λοιπόν να είμαι πιο προσεχτικός. Να δώσω περισσότερο χρόνο στον εαυτό μου και να επικεντρώνομαι, χωρίς άγχος, σε ένα πράγμα τη φορά.

ΔΕΥΤΕΡΑ
Χτυπάει το ξυπνητήρι. Σηκώνομαι. Μπαίνω για μπάνιο. Φτιάχνω γρήγορα έναν καφέ. Συνεχώς σκέφτομαι πως έχω κάτι να θυμηθώ, αλλά τι; Ντύνομαι και προσπαθώ να επικεντρωθώ στην ανάκτηση της μνήμης μου, αλλά τίποτα. Απογοητευμένος ανασηκώνω τους ώμους και φεύγω. Στο κλείσιμο της πόρτας συνειδητοποιώ ότι έχω ξεχάσει τα κλειδιά του σπιτιού μέσα.
Τώρα μάλιστα, θυμήθηκα.

Να θυμάμαι να μην ξεχνάω..

ΑΠΝΟΥΣ

Ένα κόκκινο ρολόι
κρεμασμένο στον τοίχο
με δείκτες
παγωμένους να φλερτάρουν μεταξύ τους
Τα γρανάζια
σκουριασμένα
έχουν ξεχάσει τον χρόνο

Βλέπω
μόνο σκοτάδι
Ακούω
μόνο σιωπή
ψηλαφίζοντας ένα νυστέρι

Τα κρύα χέρια του χρόνου
με άγγιξαν δίχως έλεος
Ξεψύχησαν στο λίκνο της καρδιάς μου

Οσφραίνομαι αναμνήσεις
παραισθήσεις του μυαλού
σ' έναν ωκεανό αναζήτησης

Μου μίλησαν για έναν θεό
Έψαξα
και βρήκα μόνο λέξεις
Εικόνες και υποσχέσεις

Με ρώτησαν. Με πίεσαν.
Ποιος είναι ο θεός σου;
Τότε εγώ τους έδειξα
Άρπαξα το νυστέρι
Ανέπνευσα ενάντια στο γήινο πρόσωπο
και ως θανάσιμη τέχνη
ένα δάκρυ

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΑΞΙΑ

Ξέρετε τι είναι να προσπαθείς να ακούσεις και να κουφαίνεσαι;
Ξέρετε τι είναι να προσπαθείς να δεις και να τυφλώνεσαι;
Ξέρετε τι είναι να προσπαθείς να ζήσεις και να σαπίζεις;
Ξέρετε τι είναι να κάνεις όνειρα και να σου κόβουν τα χέρια;
Είναι ερημιά. Όχι δεν είναι μοναξιά. Είναι ερημιά. Να είσαι μόνος. Όχι μόνος. ΜΟΝΟΣ. Κι αν είμαι είναι επειδή σας βαριέμαι. Όλο λόγια, λόγια και λόγια. Βαρέθηκα τα ψεύτικα λόγια, τα λόγια γεμάτα μεγάλες υποσχέσεις χωρίς όμως ουσία. Κανείς δεν εκτιμά τη σιωπή, τις εκφράσεις, τις ματιές, τις αγκαλιές, τα φιλιά, τις χειραψίες. Αυτά είναι η ανθρώπινη ουσία, η ανθρώπινη επαφή. Βαρέθηκα αυτούς που δεν σε κοιτάζουν ειλικρινά μέσα στα μάτια. Βαρέθηκα αυτούς που σε χτυπάνε από παντού και πατούν πάνω σου για να ανεβούν. Βαρέθηκα αυτούς που καταστρέφουν τον κόσμο. Βαρέθηκα αυτούς που δεν νιώθουν. Βαρέθηκα αυτούς που έχουν παραδοθεί. Βαρέθηκα αυτούς που αργοπεθαίνουν. Βαρέθηκα αυτούς που προσπαθούν να σου κλείσουν τα μάτια και το στόμα. Βαρέθηκα αυτούς που δείχνονται. Βαρέθηκα αυτούς που λειτουργούν με κλίκες. Βαρέθηκα αυτούς που ψάχνουν άλλοθι. Βαρέθηκα τους δήθεν. Βαρέθηκα να βλέπω ανθρώπους να αγαπούν υλικά. Βαρέθηκα να βλέπω ανθρώπους να συμπεριφέρονται έτσι. Βαρέθηκα να με χρησιμοποιούν ως προφυλακτικό. Θέλω να δω ειλικρίνεια, αγάπη, ζεστασιά, αξιοκρατία, ομορφιά.
Κι αν μένω σ' αυτή την ερημιά είναι γιατί νιώθω άνθρωπος μέσα στη ζούγκλα που δημιουργήσατε. Χαίρομαι και λυπάμαι. Χαίρομαι που δεν σας έμοιασα, λυπάμαι που σας έζησα.

ΕΚΕΙΝΗ

Θέλω τώρα να σας μιλήσω για εκείνη. Έχω ζήσει μαζί της σχεδόν ολόκληρη τη ζωή μου, αλλά μόνο τα τελευταία χρόνια κατάλαβα πόσο σημαντική είναι για εμένα. Καθόλου παράξενο, αφού οτιδήποτε βρίσκεται πολύ κοντά σου, μέσα σου, είναι δύσκολο να το διακρίνεις καθαρά. Βρισκόταν πλάι μου επί πολλά χρόνια. Στα δύσκολα και στα εύκολα. Μέρα και νύχτα. Στα μοναχικά και μη. Παρόλα αυτά δεν ήμασταν πάντοτε τόσο δεμένοι.
Όσο κι αν την εκτιμώ, υπήρξαν στιγμές που την σιχάθηκα. Και είχα τους λόγους μου. Με απέκοψε από φίλους και γνωστούς, με αποξένωσε από κοινωνικά πλέγματα και μου στέρησε επαγγελματικές ευκαιρίες, αγάπες, έρωτες...άλλες εκδοχές ζωής. Έτσι ήρθε μια περίοδος στη ζωή μου που ζήσαμε χωριστά.
Θυμάμαι, ακόμα, μερικές φορές την τελευταία συνάντηση μαζί της. Την κρατούσα από το χέρι κι εκείνη είχε γαντζωθεί επάνω μου. Κι όταν τελικά την άφησα, την άκουσα να λέει:
"Να προσέχεις. Είναι επικίνδυνα εκεί έξω".
Οφείλω να ομολογήσω πως δεν είχε άδικο. Όσο την απομάκρυνα άλλο τόσο την ξανάφερα κοντά μου. Όχι από φόβο. Από ανάγκη. Κατάλαβα πως μόνο μαζί της θα μπορούσα να ζήσω και να παραμείνω ο εαυτός μου. Και με το χρόνο την αγάπησα. Έγινε η πατρίδα της ψυχής μου. Ίσως η μόνη πατρίδα. Εκεί που κατοικούν τα όνειρα που άφησα πίσω.
Τώρα, χρόνια μετά, ξυπνώ κάθε πρωί, την κοιτάζω και της χαμογελώ. Μέσα της μπορώ να δω ποιος είμαι και που πάω. Είναι η σύντροφος μου και μου έδωσε μια ζωή.
Εύκολη ή δύσκολη. Καλή ή κακή. Παντού ή πουθενά. Αυτή είναι.
Η Ανασφάλειά μου

Άνθρωπος

Αν ήμουνα σκοτάδι θα έκανα έρωτα στο φως
ζώντας στου σύμπαντος την άκρη, κάποιου θεού μπάσταρδος γιος
Αν ήμουν το φεγγάρι θα 'χα τα αστέρια συντροφιά
με τις πιο πολλές μου φάσεις να κρύβομαι στα σκοτεινά
Αν ήμουνα ο ήλιος θα γύριζα στον ουρανό
και κάθε αυγή θα ανασταινόμουν για να πεθάνω το δειλινό
Αν ήμουνα ο χρόνος, θα ΄μουν η αρχή του παντός
πρώτο παιδί μου θα ΄ταν ο πόνος και τελευταίο ο κεραυνός
Αν ήμουνα θεός θα 'χα την αμαρτία να με λιώνει
παρέα μου τη μοναξιά και ένα φιλί στο κούτελο να με σκοτώνει
Μα πάντα ήμουνα μια λέξη, μια λέξη που για να την βρεις
θα ΄πρεπε πρώτα να πεθάνεις και ύστερα να αναστηθείς

ΑΣΩΜΑΤΟ ΟΝ

Σαν ένας άγγελος λευκός
θέλω να τριγυρνάω
Κι όταν θα πέφτω πια νεκρός
να σιγοτραγουδάω

Ανάμεσα σ' ανθρώπους δεν μπορώ
εκεί ψηλά θέλω να πετάω
Κοντά στ' αστέρια να κοιμάμαι
κι όσα έζησα να μην θυμάμαι

ΛΕΥΚΑ ΣΗΜΑΔΙΑ

Κουρασμένα τα φτερά
δεν λένε να ανοίξουν
Καρφωμένα τα πέλματα
στο χώμα
με ρίζες αιώνιες
μοιάζουν

Γερνάω
Αυτή τη μοίρα δεν την ορίζω
Μονοπάτια χαράζει ο χρόνος
επάνω μου
Λευκά σημάδια

Followers