MeMeNTo MoRi

..AbNormality is the only ReaLity..

ΕΡΗΜΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ

Θα βρίσκομαι πάντα εκεί,
κάτω από τον έρημο ουρανό μου.
Να βλέπω τους δράκους να πετούν,
πυρώνοντας τα αστέρια
με τους φλογερούς τους ανεσταναγμούς.
Ενώ Αγγέλοι θα ψήνουν Αλθαίες.
Οι Θεοί θα βασιλεύουν
συζητώντας φιλοσοφία,
καθώς παρθένες θα κραυγάζουν.
Και τα δαχτυλίδια του Κρόνου να χορεύουν
γύρω από τον Δία.
Εκεί είναι που βρίσκομαι,
κάτω από τον έρημο ουρανό μου.
Σχεδιάζοντας τα όνειρά μου
με το μάτι ενός καλλιτέχνη,
καθώς το φτερωτό παιδί πετά βέλη
στην καρδιά του φεγγαριού.

ΚΟΝΤΡΑ ΣΤΟΝ ΑΝΕΜΟ

Σκηνικό: εσωτερικός χώρος ενός δωματίου. Ένα τραπέζι στα αριστερά με ένα κερί σβηστό επάνω. Δυο καρέκλες συμπληρώνουν την εικόνα. Στα δεξιά, κάτω από ένα ημίφως, βρίσκεται η Γ αγαλματοποιημένη. Ο Α κάθεται στην καρέκλα και έχει πλάτη την Γ.

Μιλά ο Α..

Τι είναι αγάπη;
Κάποιος είπε πως αγάπη δεν είναι αυτό που κάνει τον κόσμο να γυρίζει, αλλά είναι αυτό που δίνει αξία στο ταξίδι.
ΧΑ!!!

Ο Α γυρνά προς το κοινό.

Παπάρια μέντολες! Θα σας πω εγώ τι είναι αγάπη!
Η αγάπη είναι σαν τα φαντάσματα. Όλοι μιλάνε για αυτά, αλλά δεν τα έχει δει κανείς. Κι όπως κάθε φάντασμα έχει τη δική του κατάρα και δεν μπορεί να ελευθερωθεί η ψυχή του, έτσι κι η αγάπη - έχει τη δίκη της κατάρα. Πληγώνεσαι, πονάς, ραγίζεις...είσαι διατεθειμένος να κάνεις τα πάντα, αλλά για κάποιο περίεργο λόγο τρομάζουν, το βάζουν στα πόδια. Στην καλύτερη σε εκμεταλλεύονται

Ο Α σηκώνεται.

Αλλά ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Ήτανε βράδυ.

Τα φώτα χαμηλώνουν.

Σάββατο. Δεν είχε πανσέληνο όπως στις περισσότερες ταινίες και δεν ήταν καθόλου ρομαντικά. Ένα απλό, συνηθισμένο σαββατόβραδο. Το κερί σιγόκαιγε στο δωμάτιο.

Ο Α κάνει κίνηση και ανάβει το κερί.

Κι εγώ περίμενα πάνω από το τηλέφωνο.

Κάθεται.

Είχε πει πως θα μου τηλεφωνούσε.
Αμφέβαλα.

(ΝΤΡΙΙΙΙΙΙΙΙΙΝ)

Κακώς.
- Ναι; Γεια. Καλά, εσύ; Και βέβαια. Ναι, ναι. Όχι εγώ είμαι ελεύθερος δεν έχω κανονίσει κάτι. Ωραία! Που; Εντάξει στις 21:00. Θα τα πούμε από κοντά. Γεια σου!

Έτσι λοιπόν ντύθηκα και ξεκίνησα για το ραντεβού. Όταν έφτασα ήταν ήδη εκεί. Κάτω από το φως της λάμπας. Έδειχνε ακόμα πιο όμορφη.

- Γεια..
- Γεια..

Χωρίς πολλά πολλά την πήρα και πήγαμε στο εστιατόριο, όπου και είχα κλείσει τραπέζι.

Ο Α παίρνει την Γ και την πηγαίνει προς το τραπέζι που πλέον γίνεται ο χώρος του εστιατορίου. Παίρνει το παλτό της και την βοηθά να καθίσει στην καρέκλα.

Δεν την άφησα να παραγγείλει, ήξερα από πριν τι θα πάρει.
Αυτή μου η κίνηση δημιούργησε μια σπίθα ενθουσιασμού στα μάτια της. Μια σπίθα που αντι να μου δώσει θάρρος με έκανε να στραβοκαταπιώ.
Η ώρα περνούσε..και περνούσε..και περνούσε..και δεν έβρισκα με τίποτα τη δύναμη να της πω αυτό που ήθελα. Κάτι με φόβιζε. Μέχρι που άκουσα κάτι που δεν το περίμενα.

Γ - Είναι περίεργο.
Α - Ποιό;
Γ - Αυτό. Τόσες φορές έχουμε βγει και πρώτη φορά ερχόμαστε σε τόσο καλό εστιατόριο.
Α - Και που είναι το περίεργο;
Γ - Στο ότι σε τέτοια εστιατόρια φέρνεις κάποιον μόνο όταν θέλεις να του πεις κάτι σημαντικό. Λοιπόν;

Ο Α γυρνά προς το κοινό.

Έξυπνη. Από αυτό το δευτερόλεπτο κι έπειτα άρχισε να μ' αρέσει ακόμα περισσότερο. Τι χαζός!

Α - Νιώθω λίγο χαζός που το λέω..ίσως να το έχεις καταλάβει ήδη..αλλά να..μ'αρέσεις..μου αρέσεις πολύ και θέλω να είμαι μαζί σου..και η αλήθεια είναι ότι..
Γ - Η αλήθεια είναι ότι το είχα καταλάβει, αλλά δεν ήθελα να το παραδεχτώ για να μην πληγωθείς. Ξέρεις δεν μπορώ να είμαστε μαζί.

Ο Α ξαναγυρνά προς το κοινό.

Σε αυτό το σημείο θα έπρεπε είτε να είχα πάθει καρδιακό είτε να είχα πληρώσει και να φύγουμε, αποδεχόμενος τη χυλόπιτά μου.
Αλλά ΟΧΙ..έπρεπε να ρωτήσω..τι το 'θελα..

Α - Γιατί;
Γ - Κοίτα δεν είναι ότι δεν μου αρέσεις, αντιθέτως, μου αρέσεις πολύ και σε βρίσκω ιδιαίτερα γλυκό. Πρώτη φορά απασχολεί τη σκέψη μου έτσι ένας άντρας. Αλλά δεν είμαι εγώ αυτή. Εγώ είμαι φτερό στον άνεμο. Έχω συνηθίσει να πετάω από 'δω κι από 'κει. Δεν μου αρέσει να δεσμεύομαι και δεν πιστεύω πως θέλεις μια τέτοια γυναίκα δίπλα σου.
Α - Σωστά. Εσύ ξέρεις καλύτερα το τι θέλω. Λυπάμαι, δεν ήξερα ότι σε δεσμεύω. Δεν ήξερα ότι ένα τέτοιο συναίσθημα σε δεσμεύει. Πίστευα ότι σε ελευθερώνει. Ότι σε κάνει να πετάς ψηλότερα και όχι από 'δω κι από 'κει. Αλλά ποιος είμαι εγώ που θα σου κόψω τα φτερά. Δεν θέλω να σε δεσμεύω, μπορείς να φύγεις.

Ο Α φυσά και σβήνει το κερί. Πλήρες σκοτάδι.

Γ - Κι αν θέλω να μείνω;
Α - Τότε απλώς έλα κόντρα στον άνεμο..

Ο Α εξακολουθεί να φυσά.

Followers